του ΠΒ
Έμελλε το φετινό 15αύγουστο να τον περάσω στην Αθήνα.
Όλος ο κόσμος μακρυά της , πλημμυρισμένα τα χωριά της Βόρειας Εύβοιας από Αθηναίους και γω μετανάστης στο μεγάλο τούτο τόπο.
Οι άδειοι δρόμοι μοιάζουν με τους χειμωνιάτικους δικούς μας,το αυτοκίνητο δεν γνωρίζει φανάρια και ο οδηγός δεν έχει κανένα άγχος για παρκάρισμα.
Τη βδομάδα τούτη της μεγάλης φυγής, ο περίπατος στους εμπορικούς δρόμους γίνεται παρηγοριά για τους παγιδευμένους εμπόρους που περιμένουν πελάτη να ρεφάρουν για τις
εκπτώσεις; του 70% και βάλε.Κοιτάω τους υπαλλήλους να καπνίζουν ανενόχλητοι στις εισόδους και να περιμένουν τη μέρα της αργίας , να φύγουν κι αυτοί.
εκπτώσεις; του 70% και βάλε.Κοιτάω τους υπαλλήλους να καπνίζουν ανενόχλητοι στις εισόδους και να περιμένουν τη μέρα της αργίας , να φύγουν κι αυτοί.
Ελάχιστα σουβλατζίδικα και καφετέριες ανοιχτές φιλοξενούν τη δίψα για μπύρα των ελαφροαλκοολικών του μεσημεριού.
Στη Χαλκοκονδύλη 30 ένας μαυριδερός αλλοδαπός τις τρώει ανηλεώς, επειδή βούτηξε το κινητό ενός πιο χειροδύναμου ξανθού.Η αστυνομία ρωτάει λεπτομέρειες στο τηλέφωνο αλλά δεν εμφανίζεται ποτέ.Στο τέλος και ο αληθινά αιμόφυρτος ξένος εξαφανίζεται τρέχοντας ανάμεσα στα φανάρια ανάμεσα σε άλλους αδιάφορους ξένους δίπλα του.
Πιο κάτω στη Βίκτωρα Ουγκώ ένα ζωντανός νεκρός μπήγει τη σύριγγα στο μπράτσο του μπροστά στους αδιάφορους θαμώνες του τριτοκοσμικού καφενείου.
Ανήμερα της γιορτής μου πάω να μου πει χρόνια πολλά ο πατέρας μου στο νεκροταφείο του Βύρωνα.Σκουπίδια και ανοιχτοί βρώμικοι τάφοι,εγκατάλειψη και ιεροσυλία σε ένα τόπο αναπαύσεως ,τα κόκαλα των διπλανών νεκρών πάνω στο δικό μου μάρμαρο.Αναλγησία.
Οι ελάχιστοι γνωστοί , οι φιλικοί μαγαζάτορες περιμένουν να πουν μια κουβέντα , να βρίσουν τη κυβέρνηση, να πουν το πόνο τους για τα επερχόμενα μέτρα.
Τα χασκόγελα των φίλων μου υπερτονίζουν την είδηση στη τιβι, για το ασημένιο μετάλλιο της φοροδιαφυγής στη Βόρεια Εύβοια.Σκέφτομαι τον πανικό στη παραλία της Λίμνης ή του Πευκιού με την επιδρομή του ΣΔΟΕ και φαντάζομαι σκηνές από το Αφγανιστάν.Τα χωριά μας διακρίνονται παντού!
Οι ταξιτζήδες , πλάι σε ατέλειωτες κίτρινες γραμμές στις πιάτσες συζητούν και αναπολούν τις πολλαπλές κούρσες, ενώ οι πρώην πελάτες τους ανεβαίνουν στο τρόλεϋ, αδιάφοροι για την άνεση που χάνουν.
Η ανακούφιση τη μέρα της γιορτής στο καλωσόρισμα και τη χαρά της μάνας μου, που αναπάντεχα έχει ότι αγαπά περισσότερο μαζί της και η δικιά μου η γιορτή να επιβραβεύεται, με ένα πιάτο λαχταριστά σμυρνέικα σουτζουκάκια από τα χεράκια της.
Μια βόλτα αυτές τις μέρες στην 15αυγουστιάτικη Αθήνα, μοιάζει για τα μάτια και το μυαλό σαν εγκυκλοπαίδεια .Τα χωριά μας μένουν πίσω,σαν μικρό συμπαθητικό Βίπερ.
Παλάβωσα με αυτό το διάβασμα.
Περιμένω τη γαλήνη, να επιστρέψω.
Βόρεια Εύβοια, η κολυμπήθρα του Σιλωάμ για τον σύγχρονο κόσμο μου.
Δημοσιεύθηκε στον Παλμό της Βόρειας Εύβοιας στις 21/8/2012