του Αντώνη Σκούρα
Στο νόμο του Καλλικράτη, προβλέπονται κάποιες διαδικασίες, όπου με μία πρώτη ανάγνωση, θα μπορούσε κανείς να δει μια τάση για εκδημοκρατισμό και συμμετοχή ευρύτερων κοινωνικών ομάδων στις αποφάσεις τις τοπικής αυτοδιοίκησης. Αυτές τις διαδικασίες, έχουμε την τάση, να τις εγγράφουμε στη συνείδηση μας με θετικό πρόσημο.
Και μιλάμε – κυρίως- για τους νεοφερμένους θεσμούς της Επιτροπής Διαβούλευσης και του
Συμπαραστάτη του Πολίτη.
Σε αυτό το σημείωμα θα ασχοληθούμε με την επιτροπή διαβούλευσης (ΕΔ).
Η ΣΥΣΤΑΣΗ της είναι υποχρεωτική για τους Δήμους και αποτελείται από 25 έως 50 εκπροσώπους ομάδων φορέων και πολιτών, με αντικείμενο την συζήτηση και την προώθηση ζητημάτων στο Δήμο.
Δυστυχώς και αυτός ο θεσμός εντάσσεται στη μεταμοντέρνα αντίληψη για την πολιτική, όπου τις κοινωνίες τις αποτελούν επιμέρους ομάδες χωρίς οικονομικά συντεχνιακά ή ταξικά συμφέροντα, όπου ενίοτε εκφράζουν θέσεις αντικρουόμενες ή και συγκρουσιακές. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη οι κοινωνίες συγκροτούνται από γονιούς, αθλούμενους , περιβαλλοντιστές, κυνηγούς, φιλόζωους, αρχαιολάτρες, καταναλωτές και ποδηλάτες. Δεν είναι εργαζόμενοι, άνεργοι, έμποροι, αγρότες.
ΜΕΛΗ ενός πολιτιστικού συλλόγου μπορεί να είναι κι ο εργαζόμενος και ο εργοδότης. Ποδηλάτης είναι ο πρωθυπουργός που το κάνει από χόμπι, είναι κι αυτός που μετακινείται με αυτό το μέσο γιατί η βενζίνα είναι πανάκριβη.
Δε συνιστούν ενιαία ομάδα, δεν έχουν κοινά χαρακτηριστικά και συμφέροντα, ούτε καν ως συνισταμένη δεν μπορείς να τους δεις.
Αυτό από μόνο του είναι προβληματικό γιατί στις ΕΔ δεν εκφράζετε η πραγματική κοινωνία αλλά μια παραμορφωτική αντανάκλαση της κοινωνίας.
ΑΚΟΜΗ και έτσι όμως, η απουσία αρμοδιοτήτων της ΕΔ την καθιστά ένα διακοσμητικό στοιχείο χωρίς αρμοδιότητες και παρεμβατικότητα, όπου στον πυρήνα της διέπεται από τις δημοκρατικές διαδικασίες στο χωριό του Αστερίξ. (Μαζευόμαστε, ψηφίζουμε, πετάμε τη κάλπη στη θάλασσα και νικάει ο πιο δυνατός).
Αφού τις αποφάσεις θα τις παίρνει το Δημοτικό Συμβούλιο – στη καλύτερη περίπτωση- ή ο Δήμαρχος με τους Αντιδημάρχους - στην πιο κλασική περίπτωση- οι διαβουλευόμενοι θα αναγνωρίσουν στην προσπάθειά τους την ματαιότητα και το ανούσιο των συναθροίσεων.
ΕΙΝΑΙ μαθηματικά βέβαιο επομένως, ότι ο θεσμός είναι καταδικασμένος να ατονήσει και να ευτελιστεί στα όρια του γελοίου, όπως τόσοι προηγούμενοι θεσμοί απείρως δημοκρατικότεροι και ουσιαστικότεροι, που δεν είχαν -κι αυτοί- πρακτικές αρμοδιότητες. Ποιος θυμάται τα συνοικιακά συμβούλια; Που κατέληξαν οι λαϊκές συνελεύσεις; Έμειναν κενό γράμμα γιατί ο κόσμος αισθανόταν τη κοροϊδία.
ΠΕΡΑ από αυτά όμως, στην υποθετική περίπτωση, που οι απόψεις της ΕΔ θα λαμβάνονται υπόψη, υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα εκπροσώπησης, αφού η σύνθεσή της αποκλείει και περιθωριοποιεί τους ήδη αποκλεισμένους και περιθωριοποιημένους.
Που θα εκφραστεί ένας άνεργος; Μια νοικοκυρά; Ένας μαθητής; Ένας μετανάστης;
ΟΣΟ αρνούμαστε να ακούσουμε τη φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή, τους ωθούμε και τους αναγκάζουμε να κάνουν θόρυβο για να τους προσέξουμε.
Και η σπασμένη τζαμαρία είναι η πιο λάιτ εκδοχή θορύβου.